- Κάρπη
- Κάρπιςfem nom/voc/acc dual (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κάρπη — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 800 μ., 3 κάτ.) του νομού Καρδίτσης. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο του νομού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μενελαΐδας. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 445 μ., 400 κάτ.) στην πρώην επαρχία Παιονίας … Dictionary of Greek
κάρπη — καρπέω pres imperat act 2nd sg (doric aeolic) καρπέω imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Goumenissa — Γουμένισσα Goumenissa Location … Wikipedia